Η Μυρτώ Αλικάκη σε έναν διάλογο με τη Λίντα Γουάιλντ και τον εαυτό της: «Η δύναμη δεν έχει νόημα αν δεν μπορείς να είσαι και ευάλωτος»

  • αρχική
  • |
  • νέα & κριτικές
  • |
  • Η Μυρτώ Αλικάκη σε έναν διάλογο με τη Λίντα Γουάιλντ και τον εαυτό της: «Η δύναμη δεν έχει νόημα αν δεν μπορείς να είσαι και ευάλωτος»

10 Οκτ, 2025 | @, άρθρα

Η Μυρτώ Αλικάκη σε έναν διάλογο με τη Λίντα Γουάιλντ και τον εαυτό της: «Η δύναμη δεν έχει νόημα αν δεν μπορείς να είσαι και ευάλωτος»

  • αρχική
  • |
  • νέα & κριτικές
  • |
  • Η Μυρτώ Αλικάκη σε έναν διάλογο με τη Λίντα Γουάιλντ και τον εαυτό της: «Η δύναμη δεν έχει νόημα αν δεν μπορείς να είσαι και ευάλωτος»

10 Οκτ, 2025 | @, άρθρα

Με αφορμή την παράσταση Linda στο Θέατρο Επί Κολωνώ, η Μυρτώ Αλικάκη μιλά για τον νέο της ρόλο, τη μητρότητα, την ομορφιά και τη συμφιλίωση με τον χρόνο.

Η Μυρτώ Αλικάκη επιστρέφει φέτος στη σκηνή ως Λίντα Γουάιλντ, τη γυναίκα που πίστεψε πως «έφτασε στην κορυφή», πριν δει το έδαφος να διαλύεται κάτω από τα πόδια της. Στο έργο Linda της Penelope Skinner σε σκηνοθεσία Ελένης Σκότη, η ηρωίδα είναι μια μεσήλικη επαγγελματίας που ξεκίνησε «από το τίποτα», χωρίς πανεπιστήμιο, μόνο με πείσμα, μυαλό και ανάγκη για επιβίωση και εξουσία· έφτασε ψηλά, όμως στο σπίτι οι σχέσεις είναι εύθραυστες. Τώρα είναι αντιμέτωπη με τον χρόνο, την εικόνα, την εξουσία και κυρίως με όσα δεν πρόλαβε να νιώσει.

Κάπου εκεί ξεκινά και η κουβέντα μας με τη Μυρτώ Αλικάκη. Με αφορμή τον ρόλο της Λίντα, μιλήσαμε για το πώς βλέπει την ομώνυμη ηρωΐδα που υποδύεται φέτος, αλλά και στο πώς βλέπει την ίδια της τη ζωή – ανάμεσα στη σκηνή και στην καθημερινότητα, στη μητρότητα και στην καριέρα. Μιλήσαμε για τον χρόνο που περνά, για την ομορφιά και τη μητρότητα.

«Η Linda είναι σκληρή κι εγώ έχω αυτή τη σκληράδα, είμαι επιβιωτική. Αυτό που της λείπει είναι η βαθιά σύνδεση. Δεν είναι κακιά. Δεν έμαθε ποτέ πώς γίνεται», λέει. Στην κουβέντα μας ανοίγει το προσωπικό της ημερολόγιο: την πίστη στη φυσική ωρίμανση, τη μητρότητα ως «μεγάλο μάθημα», την αγάπη για τις ομάδες που δουλεύουν χωρίς μιζέρια και τη χαρά της επιστροφής στα «Υπέροχα πλάσματα».

Η συνεργασία με την Ελένη Σκότη μπορεί να καθυστέρησε, είχαν πολλές φορές προσπαθήσει στο παρελθόν, αλλά ήταν σχεδόν μοιραία. «Είχαμε μιλήσει αρκετές φορές στο παρελθόν αλλά ποτέ δεν βρίσκαμε τον σωστό χρόνο. Όποτε με έπαιρνε εγώ, είχα κάτι κλεισμένο. Ήθελα πολύ να δουλέψω με τη Σκότη και με το Θέατρο Επί Κολωνώ, γιατί έχω δει πολλές δουλειές εκεί που μου μ’ έχουν ενθουσιάσει. Όταν προέκυψε ότι η Κατερίνα Λέχου δεν θα συνέχιζε, μιλήσαμε. Εννοείται πως πήρα πρώτα την Κατερίνα, είδα την παράσταση και ένιωσα άνετα».

Το έργο τη βρήκε σε μια ηλικία που το θέμα του χρόνου -του χρόνου που περνά πάνω στο σώμα, στη φωνή, στη θέση σου στον κόσμο- παύει να είναι αφηρημένη έννοια και γίνεται καθημερινή διαπραγμάτευση.

Η Λίντα Γουάιλντ: Mια σύγχρονη τραγική ηρωΐδα
Αυτή η διαρκής διαπραγμάτευση διατρέχει και τη Linda: μια γυναίκα που έχει μάθει να κερδίζει, να επιβάλλεται, να ελέγχει – και τώρα καλείται να αναμετρηθεί με όσα δεν πρόλαβε να νιώσει. H Μυρτώ Αλικάκη, σκιαγραφεί τη Linda ως μια γυναίκα που παλεύει να κρατήσει όσα κέρδισε:

«Η Linda λοιπόν είναι μία γυναίκα που τα έχει καταφέρει μόνη της κι αυτό είναι κάτι που το επαναλαμβάνει πολύ συχνά στο έργο. Ξεκίνησε από το τίποτα. Δεν έχει πάει πανεπιστήμιο· μόνο με το μυαλό της, το πείσμα της και την ανάγκη της για επιβίωση και εξουσία κατάφερε να φτάσει εκεί που έφτασε». Όμως το τίμημα είναι βαρύ: «Επειδή είναι αυτή η πολύ δυναμική, κάπως αδιαπέραστη γυναίκα, οι σχέσεις μέσα στο σπίτι δεν είναι αυτές που θα έπρεπε να είναι. Με τον άντρα της έχει μια σχέση στην οποία εκείνη έχει το στάτους του μάστερ – εκείνος είναι πιο κάτω, τον ελέγχει, κι αυτός έχει βολευτεί. Με τις κόρες της τα πράγματα είναι ακόμα πιο σύνθετα. Και σε ένα από τα παιδιά της συνέβη κάτι τρομερό, το οποίο η Linda δεν αντιμετώπισε με τον πρέποντα τρόπο. Αυτό άφησε μια μαύρη τρύπα μέσα του, στην οποία επιστρέφει ξανά και ξανά».

Στη συζήτησή μας, στέκεται στη Linda σαν να την κοιτάζει από κοντά, σχεδόν με κατανόηση: «Συναντάμε αυτή τη γυναίκα σε ένα πολύ μεταβατικό και επικίνδυνο -θα το χαρακτήριζα- σημείο της ζωής της, όπου αλλάζουν πάρα πολύ οι ισορροπίες. Και εκεί τίθεται το ερώτημα: αν μετράς την ευτυχία σου και την ψυχική σου ηρεμία με βάση τα επιτεύγματά σου, τις περγαμηνές σου, τα βραβεία σου και το στάτους σου, πόσο εύκολο είναι να καταρρακωθείς ή να καταρρεύσεις;». Και συνεχίζει: «Νομίζω πως της Linda το μόνο που της λείπει είναι η βαθιά σύνδεση με τους ανθρώπους. Δεν την έχει. Αυτό δεν το κάνει επίτηδες, δεν είναι κακός άνθρωπος. Απλώς δεν έχει μάθει να το κάνει. Έχει στερηθεί και τη μάνα της, μεγάλωσε χωρίς μαμά, κι αυτό είναι πολύ σημαντικό. Δεν έμαθε ποτέ πώς γίνεται αυτή η σύνδεση. Νομίζω ότι αυτοί οι άνθρωποι δυσκολεύονται πάρα πολύ στη ζωή». Αυτή η έλλειψη, όπως λέει, συνδέεται και με την ταχύτητα που έζησε η Linda: «Επειδή όλα έγιναν πάρα πολύ γρήγορα στη ζωή της και έγινε “άλογο κούρσας”, δεν έκανε ποτέ αυτό το στοπ. Να σταθεί λίγο, να δει τι συμβαίνει γύρω της. Καθόλου. Και ξέρεις, οι παύσεις είναι πολυτέλεια. Δεν τις έχουν όλοι».

Η Μυρτώ Αλικάκη δεν διστάζει να αναγνωρίσει ότι σε πολλά σημεία ταυτίζεται με τη Linda. «Νομίζω ότι ο βασικός λόγος που είμαι πολύ κοντά στη Linda είναι γιατί από πάρα πολύ μικρή ήμουν πάρα πολύ επιβιωτική. Κι αυτό είναι το πιο σημαντικό κοινό μου με εκείνη. Η Λίντα είναι σκληρή γυναίκα, πολύ σκληρή. Κι εγώ είμαι σκληρή. Ξέρω να βάζω το κεφάλι κάτω και να κάνω πολλά πράγματα που δεν μου αρέσουν, γιατί πρέπει να τα κάνω. Αυτό το έμαθα από πολύ μικρή. Είμαι πειθαρχημένη». Με χιούμορ μάλιστα αποκαλύπτει τα παρατσούκλια που της έχουν δώσει οι φίλοι της: «Κατσαρίδα, μυρμήγκι, γιατί είμαι εργατική και ομαδική, και το πιο αστείο: Μήτσος, επειδή έχω ένα αγορίστικο μοίρασμα». Όμως πίσω από αυτή τη σκληρότητα υπάρχει και τρυφερότητα:

«Πιστεύω ότι η δύναμη δεν έχει κανένα νόημα αν δεν μπορείς να είσαι και ευάλωτος. Η επιβίωση και η δύναμη ήταν πάντα αυτόματος πιλότος για μένα. Αυτό που μου είναι δύσκολο -και το δουλεύω- είναι να ζητήσω κάτι, να αφεθώ στα χέρια κάποιου, να πω δεν μπορώ άλλο. Αυτό μου είναι δύσκολο, αλλά το προσπαθώ».

H μητρότητα ως μάθημα ζωής: «Η μητρότητα με έμαθε να βάζω το εγώ μου δεύτερο»
Στο έργο, μια παλιά πληγή στην οικογένεια -ένα σοβαρό γεγονός που δεν αντιμετωπίστηκε σωστά- επιστρέφει εμμονικά. Η σχέση μητέρας–κόρης, με όλες τις προβολές, τα απωθημένα και τα φορτία της, γίνεται το καμίνι όπου δοκιμάζεται η «κορυφή». «Η γονεϊκή σχέση με το ίδιο φύλο θέλει τρομερή δουλειά από τον γονιό. Αυτόματα προβάλλει τις δικές του επιθυμίες και τα απωθημένα του, και το παιδί τα κουβαλά μέχρι να βρει τρόπο να τα αποτινάξει. Το πιο δύσκολο είναι να παραδεχτείς ότι δεν έκανες κάτι καλά», λέει. «Νομίζεις ότι θα καταρρεύσει το χαρτόκουτο της τελειότητας κι όμως, μόνο έτσι αρχίζει η επούλωση».

Κι εδώ έρχεται αναπόφευκτα και η δική της φωνή ως μητέρα: «Είναι πραγματικά πάρα πολύ δύσκολο να βλέπεις στο παιδί σου μια δυσκολία που σε μεγάλο βαθμό σχετίζεται με τη δική σου στάση. Δεν είναι εύκολο. Το μόνο πράγμα που μπορείς να κάνεις για να έρθει μια λύση πιο εύκολα είναι να το αγκαλιάσεις, να το παραδεχτείς, να το αποδεχτείς και να είσαι εκεί. Το να κάνεις ότι δεν υπάρχει και να στρουθοκαμηλίζεις σίγουρα δεν βοηθάει ούτε το παιδί σου ούτε εσένα».

Καριέρα, επάγγελμα, μητρότητα: ποιο είναι το πιο καθοριστικό; Για τη Μυρτώ Αλικάκη όλα μαζί δημιουργούν την ολοκληρωμένη εικόνα της ζωής. «Ενίοτε το ένα τόνωνε το άλλο», λέει. Κι όμως, αν πρέπει να ξεχωρίσει, η μητρότητα υπήρξε η κορυφαία εμπειρία της και στην προσωπική της διαδρομή, υπήρξε σχολείο ζωής: «Η μητρότητα είναι για μένα η εμπειρία αυτής της ζωής. Το επαγγελματικό κομμάτι, το να επιβιώνω, μου ήταν οικείο. Όπως και το να φροντίζω. Ήμουν πάντα μαμά, γενικά. Αυτό που συνέβη με τα παιδιά μου, κι αυτό είναι που καθιστά τη μητρότητα κορυφαία εμπειρία, είναι ότι το “εγώ” μου πέρασε σε δεύτερη μοίρα. Αυτό είναι το σπουδαιότερο μάθημα που έχω πάρει: να βάζω τον εαυτό μου μετά από κάποιον άλλον. Και είμαι πολύ ευτυχισμένη που μπορώ να το κάνω αυτό». Η ίδια εξηγεί ότι όσοι δεν έχουν ζήσει αυτή τη σχέση ίσως δεν καταλαβαίνουν. «Μπορεί να το θεωρούν φούμαρα. Κι όμως, πιστεύω ότι όταν ένας άνθρωπος έχει ανάγκη να του συμβεί αυτό -να βάλει τον εαυτό του σε δεύτερη μοίρα- θα βρει έναν τρόπο, ακόμη κι αν δεν έχει παιδί, μέσα από κάποιο υποκατάστατο. Για μένα, το να ζεις εγωκεντρικά είναι εφιάλτης. Η μητρότητα με έμαθε να ξεπερνώ αυτόν τον εφιάλτη».

Η ομορφιά, η γήρανση και η συμφιλίωση
Η Μυρτώ Αλικάκη μιλά με ειλικρίνεια για την ομορφιά, την ωρίμανση και τα στερεότυπα που συνοδεύουν το γήρας – τόσο μέσα από τη Linda όσο και από τη δική της εμπειρία:

«Η Linda έχει ενσωματώσει όλα τα στερεότυπα, παρόλο που το παλεύει. Αυτό που μου αρέσει πολύ σε εκείνη είναι ότι με νύχια και με δόντια προσπαθεί να πει πως, παρόλο που μεγαλώνουμε, μπορούμε να είμαστε όμορφες με φυσικό τρόπο. Μη μας κάνετε να νιώθουμε αόρατες και άχρηστες. Το αισθάνομαι απόλυτα αυτό, και θα μπορούσε να είναι άνετα η δική μου καμπάνια. Έχω σκεφτεί πολλές φορές, αφού έχω αυτό το βήμα του Instagram, να ξεκινήσω μια καμπάνια υπέρ της φυσικής ωρίμανσης και γήρανσης».

Η ίδια δηλώνει συμφιλιωμένη με τον χρόνο: «Νιώθω πολύ όμορφα στα 53 μου, με όλες τις φθορές που είναι πολύ ορατές. Δεν πιστεύω ότι με κάνουν λιγότερο όμορφη. Με βοηθάει πάντα να σκέφτομαι πώς βλέπω εγώ τους άλλους ανθρώπους. Δηλαδή εμένα τι μου αρέσει να βλέπω; Γιατί ο καθρέφτης, το λένε και τα παραμύθια, είναι πολύ επικίνδυνη σχέση. Όμως το να κοιτάς τον κόσμο έξω είναι μια πιο ασφαλής επιλογή. Όταν λοιπόν εγώ βλέπω μια γυναίκα που έχει πειράξει το πρόσωπό της και μια γυναίκα που δεν το έχει πειράξει, εμένα τελικά μου αρέσει να βλέπω αυτή που δεν το έχει πειράξει το πρόσωπό της. Άρα θέλω να μοιάζω με αυτό που μου αρέσει να βλέπω».

Και συνοψίζει σε μια φιλοσοφία ζωής: «Δεν είμαι φαν της τελειότητας, ούτε της ομοιογένειας. Είμαι φαν της διαφορετικότητας και πάνω από όλα του μέσα, γιατί χωρίς το μέσα, το έξω είναι θαμπό και γκρίζο. Τώρα υπάρχει το θέμα πώς μας βλέπει μία κοινωνία, γιατί αυτό μας επηρεάζει τρομακτικά και εγώ παλεύω κάθε μέρα με τα στερεότυπα. Δεν είναι ότι δεν παλεύω, αλλά έχω επιλέξει να κερδίζει ο καλός και όχι ο κακός – που είναι το στερεότυπο».

Με όλες αυτές τις σκέψεις νιώθει πολύ καλά που μεγαλώνει συνεχίζοντας: «Το κλειδί είναι η συμφιλίωση. Με τον εαυτό μας, με τις ηλικίες, με τα λάθη μας, με τους άλλους. Όπου δεν υπάρχει συμφιλίωση, υπάρχει μίσος, πόλεμος και πόνος. Είναι πολύ πιο εύκολη η ζωή αν είσαι μια αγκαλιά και αγκαλιάζεις τα πράγματα». Η λέξη επιστρέφει εμφατικά ξανά και ξανά. Συμφιλίωση και με τον εαυτό: με την τρυφερότητα που συνυπάρχει με τη σκληράδα.

Τηλεόραση και θέατρο: Δύο συγκοινωνούντα δοχεία
Η σχέση της με την τηλεόραση υπήρξε πάντα αντιφατική: «Είμαι ένας άνθρωπος που δεν έχω καμία σχέση με την τηλεόραση σε προσωπικό επίπεδο. Είκοσι χρόνια τώρα δεν την ανοίγω. Όμως σου προσφέρει αναγνωρισιμότητα, ευκαιρίες, δυνατότητα επιβίωσης. Και μπορεί να γίνουν και πάρα πολύ ωραία πράγματα στην τηλεόραση».

«Η Αναστασία με βρήκε. Έπεσε στο κεφάλι μου», θυμάται η Μυρτώ Αλικάκη για τον πρώτο της τηλεοπτικό ρόλο, που της έδωσε τεράστια αναγνώριση. Παρόλο που δεν ήταν «παιδί της τηλεόρασης» – «μεγάλωσα στους δρόμους, ήμουν ένα μικρό αγοροκόριτσο με ποδήλατο και πατίνια, δεν έβλεπα ποτέ τηλεόραση», η επιτυχία ήρθε ξαφνικά. Για την Αναστασία δεν κρύβει πως φρίκαρε με την τεράστια επιτυχία: «Η παρόρμησή μου ήταν να απομακρυνθώ, ίσως και αχάριστα απέναντι στην επιτυχία που μου δόθηκε. Όμως έπρεπε να επιβιώσω».

Στην ερώτησή μου αν φοβήθηκε την ταύτιση με τον τηλεοπτικό της ρόλο θα μοιραστεί την αγωνία της εκείνο τον καιρό να παραμείνει στο θέατρο για να αποφύγει ακριβώς αυτή την ταύτιση. «Πραγματικά ο Μίμης Κουγιουμτζής με κράτησε στο Θέατρο Τέχνης. Αυτό εμένα μου έδωσε… δεν καταλαβαίνεις τι μου έδωσε», λέει με ευγνωμοσύνη. Την ίδια χρονιά έπαιξε και σε δύο παραστάσεις, ενώ την επόμενη χρονιά η Μιρέλλα Παπαοικονόμου της έδωσε έναν τελείως διαφορετικό ρόλο, «το κορίτσι της διπλανής πόρτας» στον Απόντα. «Με όλες αυτές τις κινήσεις, μέσα σε δύο χρόνια είχα δώσει το πρώτο στίγμα ότι είμαι και άλλα πράγματα, όχι μόνο η Αναστασία», εξηγεί. Από τότε κιόλας ήξερε: «Το θέατρο δεν θα φύγει ποτέ, είναι ο πυλώνας της ζωής μου, αυτό θα με κρατήσει όρθια».

Σταδιακά, ήρθε και η μητρότητα για να αλλάξει τα πάντα: «Έπαψα να ασχολούμαι με τον εαυτό μου, την καριέρα μου και το πώς με βλέπουν οι άλλοι. Αφοσιώθηκα. Και χαλάρωσα. Δεν το μετάνιωσα ποτέ. Ανάμεσα σε καριέρα και οικογένεια, για μένα είναι δύο συγκοινωνούντα δοχεία».

Πώς επιλέγει τους ρόλους της – Η «ομάδα» έχει κεφαλαία γράμματα
Από τη συζήτηση για τον χρόνο και τη συμφιλίωση, η κουβέντα μας πηγαίνει αναπόφευκτα στις επαγγελματικές της επιλογές. Γιατί τελικά, το πώς βλέπεις τον εαυτό σου και τη θέση σου μέσα στην κοινωνία επηρεάζει και τα έργα που αποφασίζεις να υπηρετήσεις. Πώς λοιπόν επιλέγει η Μυρτώ Αλικάκη τις δουλειές της; Ποια είναι τα κριτήρια που μετρούν περισσότερο για εκείνη; «Συνήθως το πρώτο πράγμα που συμβαίνει είναι να διαβάσω ένα έργο· έχει πολύ μεγάλη σημασία το τι μου κάνει αυτό το έργο. Άρα το διαβάζω πρώτα και μετά αποφασίζω. Αν το θεωρώ χάλια και δεν μου αρέσει καθόλου, πολύ δύσκολα θα πάω να το κάνω. Εκτός κι αν είναι οι συνεργάτες τόσο “γουάου” που θα ξεκινήσουμε όλοι μαζί από την ιδέα ότι δεν μας αρέσει και θα δούμε τι θα το κάνουμε».

Πάνω από όλα, λοιπόν, μετρά η ομάδα: «Ανάμεσα σε ένα σούπερ τέλειο έργο με μια ομάδα που δεν μου αρέσει καθόλου και σε ένα μετριότατο έργο με μια ομάδα που μ’ αρέσει, θα κάνω το δεύτερο. Για μένα η ομάδα παίζει τεράστιο ρόλο και καλλιτεχνικά αλλά και ψυχολογικά. Εγώ δεν μπορώ τη δυστυχία, τη βία και τη μίρλα. Θέλω να περνάμε καλά. Είμαστε στη δουλειά, ναι, αλλά περνάμε ωραία. Η ομάδα είναι τεράστιο κεφάλαιο και καλλιτεχνικά και ψυχολογικά. Δεν αντέχω μιζέρια. Θέλω να δουλεύουμε σκληρά και να περνάμε καλά».

Ίσως γι’ αυτό η επιστροφή της στην τηλεόραση, 18 χρόνια μετά, με τα «Υπέροχα πλάσματα», μοιάζει σαν φυσική συνέχεια και όχι σαν παρέκκλιση. Όπως λέει, αυτό το πρότζεκτ πληρούσε όλες τις προδιαγραφές που θεωρεί σημαντικές για να πει «ναι»: «Καλή παρέα, φουλ θετικό κλίμα. Γουστάραμε όλοι τρελά». Η σχέση της με τους συντελεστές κρατάει χρόνια: «Με τη Φαίδρα (Δρούκα) και τον Γιώργο (Πυρπασόπουλο) γνωριζόμαστε από τα χρόνια του σχολείου. Δεν ήμασταν κολλητοί, αλλά γνωριζόμαστε από τότε. Με τον Γιώργο έχω συναντηθεί και επαγγελματικά πολύ περισσότερο. Είναι δύο άνθρωποι αγαπημένοι, δύο άνθρωποι εμπιστοσύνης. Μέσα στη ζωή που ζούμε μπορεί να χαθούμε για καιρό, να μη μιλήσουμε έναν χρόνο· είναι όμως αυτό που συναντιέσαι και το πιάνεις αμέσως. Έτσι είμαστε: σταθερή αξία».

Το θέατρο και η κάμερα, για εκείνη, είναι δύο διαφορετικοί κώδικες της ίδιας αλήθειας: «Στη σκηνή ξεκινάς από το σώμα, τη στάση. Στην κάμερα από τη σκέψη. Η κάμερα είναι ακτίνες Χ: δεν “παίζεις”, είσαι».

Η διδασκαλία του μαθήματος της «Υποκριτικής της κάμερας» στο Θέατρο Τέχνης της έδωσε γλώσσα για όσα γνώριζε ενστικτωδώς. «Με βοήθησε να κάνω μέθοδο όσα ένιωθα. Να πω στους νεότερους ότι η τεχνική φέρνει την κατάσταση και το συναίσθημα – όχι το ανάποδο. Κι ότι ο ρόλος “στηρίζεται στα πόδια”: από το πώς στέκεσαι, πώς αναπνέεις, πώς σκέφτεσαι ως άλλος άνθρωπος».

Ανάμεσα στις δουλειές της, υπάρχουν κάποιες που η Μυρτώ Αλικάκη ξεχωρίζει ως κομβικές. «Ένας από τους πρώτους αγαπημένους μου ρόλους ήταν στο Αμόρε, το Έγκλημα και Τιμωρία σε σκηνοθεσία Νικίτα Μιλιβόγεβιτς, όπου έπαιξα την Ντούνια, την αδελφή του Ρασκόλνικοφ. Για μένα ήταν πολύ σημαντική εμπειρία, με έναν συγκλονιστικό θίασο: τον Λάζαρο Γεωργακόπουλο, τη Μάνια Παπαδημητρίου, τον Νταλιάνη, τον Γιώργο Κέντρο, τον Γιάννη Τσορτέκη». Αναφέρεται επίσης σε έναν δύσκολο μονόλογο στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, το 20 Νοεμβρίου: «Έκανα ένα αγόρι που μπήκε στο σχολείο και πυροβόλησε παιδιά, βασισμένο σε αληθινά γεγονότα. Ήταν ένα πολύ δύσκολο πρότζεκτ για μένα, με έντονη σωματικότητα και εσωτερικευμένη βία». Δεν θα μπορούσε να παραλείψει το Μένγκελε του Τριαρίδη, που έπαιξε με τον Λάζαρο Γεωργακόπουλο. «Για μένα ο Λάζαρος είναι είδωλο. Μαγεύομαι όταν τον βλέπω στη σκηνή. Όπως και για τον Μηνά Χατζησάββα, έτσι και για τον Λάζαρο νιώθω κάτι μοναδικό».

Ξεχωρίζει ακόμη το Αδελφές του Πασκάλ Ραμπέρ, αλλά και την περσινή συνεργασία της με τη Μαρία Ζορμπά και τον μονόλογο Κάποια στιγμή θα μάθετε ποιος είμαι του Θοδωρή Γκόνη: «Ήταν μια αδιανόητη εμπειρία». Αναφέρεται με θέρμη και στις δουλειές με τον Αιμίλιο Χειλάκη και τον Δημήτρη Καμαρωτό: «Από τον Αιμίλιο και τον Δημήτρη έχω μάθει πάρα πολλά».

Η ευτυχία σήμερα και κοιτάζοντας μπροστά
Πώς ορίζει η Μυρτώ Αλικάκη την επιτυχία και την ευτυχία της; «Ξέρω ότι είμαι χορτασμένη. Έχω κάνει όλα όσα θεωρούσα σημαντικά στη ζωή μου. Δεν σημαίνει ότι δεν ονειρεύομαι πια, αλλά αυτή η θέση που βρίσκομαι είναι κάπως αυτή που ονειρεύτηκα. Έχω αγαπημένους ανθρώπους, φίλους και οικογένεια. Έχω μια υγιή σχέση με τα παιδιά μου και συντροφικότητα στη ζωή μου. Έχω πολύ καλή σχέση με τον πατέρα των παιδιών μου. Δουλεύω ανελλιπώς, έχω καταφέρει να βιοποριστώ από κάτι που αγαπάω και να το γουστάρω ακόμα πάρα πολύ. Και έχω την υγειά μου».

Κοιτάζοντας μπροστά, αυτό που της λείπει είναι ο χρόνος. «Προσπαθώ, εργάζομαι προς αυτή την κατεύθυνση, να έχω λίγο περισσότερο ελεύθερο χρόνο. Νομίζω θα έρθει όσο και τα παιδιά ανεξαρτητοποιούνται».

Ποιο είναι το έργο που θα ήθελε σαν «λυσσασμένη γάτα» να παίξει; «Να σου πω την αλήθεια, γουστάρω μια Βιρτζίνια Γουλφ. Είναι ίσως το πρώτο που μου ‘ρχεται στο μυαλό. Και το αρχαίο δράμα με ενδιαφέρει πολύ, έχω κάνει κάποια πράγματα, αλλά λίγο, και θα ήθελα να το δουλέψω πιο σοβαρά». Όμως το μέλλον για τη Μυρτώ Αλικάκη δεν περιορίζεται στη σκηνή. «Θέλω να σκηνοθετήσω μια ταινία. Θα ξεκινήσω από μία μικρού μήκους· υπάρχει ήδη σενάριο. Η σκηνοθεσία είναι ίσως πιο εύκολη, γιατί το σενάριο είναι το δύσκολο. Πιστεύω ότι θα το κάνω αυτό». Και δεν κρύβει ότι φλερτάρει και με τη θεατρική σκηνοθεσία: «Πολύ συχνά σκέφτομαι την ιδέα να σκηνοθετήσω κάτι στο θέατρο, πάντα όμως με αφορμή ένα κείμενο που θα με εμπνεύσει. Δεν είναι κάτι που το επιδιώκω, ακόμα το φοβάμαι. Μα πιστεύω ότι θα έρθει η στιγμή».

Τι θα έλεγε η σημερινή Μυρτώ στη νεαρή Μυρτώ των 18 και των 20;
«Νομίζω ότι δεν με έχει προδώσει ποτέ ο εαυτός μου. Δεν νιώθω ότι αλλοτριώθηκα με την κακή έννοια. Ίσως να προσαρμόστηκα, να συμβιβάστηκα σε πράγματα, αλλά ο πυρήνας μου παραμένει ίδιος».

Κι αν έπρεπε να δώσει μια συμβουλή; «Θα της έλεγα αυτό που θα ήθελα κι εγώ να μου έχουν πει κάποιες φορές: “Μην μασάς. Αν πιστεύεις ότι έτσι είναι, προχώρα”. Ακόμη κι αν στους άλλους φαίνεται τρελό. Είσαι 18 χρονών, μπορείς να αλλάξεις ό,τι δεν σου αρέσει. Η πηγή της κατάθλιψης είναι να νιώθεις ότι δεν μπορείς να κάνεις κάτι για τη ζωή σου. Εγώ πιστεύω ότι το 99% των πραγμάτων περνάνε από το χέρι μας». Και με το γνώριμο χιούμορ της προσθέτει: «ΟΚ, αν μου συμβούν πέντε γκαντεμιές στη σειρά, θα πω κι εγώ μήπως είναι ανάδρομος Ερμής, έτσι για να ηρεμήσω. Αλλά μέσα μου ξέρω: Όχι ρε φίλε, τα πράγματα περνάνε από το χέρι μας».

Info παράστασης:
“Linda” για δεύτερη χρονιά στο Θέατρο Επί Κολωνώ

 

Πηγή: Πέπη Νικολοπούλου, ελculture, 01/10/2025

Νεφέλη Τραγίδη