Mάνη, μέσα 19ου αιώνα. Μια νεαρή γυναίκα, η Μηλιά, θάβεται ζωντανή μέχρι να πεθάνει, από τον πατέρα και τα αδέλφια της, για να ξεπλυθεί η ντροπή, αφού την πρώτη νύχτα του γάμου της βρέθηκε «χαλασμένη». Στο πρώτο σκηνοθετικό της εγχείρημα η Χριστίνα Ματθαίου, της δίνει φωνή. Χωρίς να περιορίζεται στην περιγραφή μιας ακόμα γυναικοκτονίας, στο πρωτότυπο έργο «βάιζα» [ΕΤΥΜ. αρβαν. <κορίτσι, κόρη] εξερευνά τα δεσμά των κοινωνικών επιταγών, την οπτική καθενός από τους έξι εμπλεκόμενους και αντλώντας υλικό από την ελληνική και την ευρωπαϊκή παράδοση και ιστορία μας μιλά για το σήμερα, τη δύναμη της θηλυκότητας και του αυτοκαθορισμού.
Η παράσταση που εμπνέεται από τον μύθο της La Loba και έργα του Παντελή Μπουκάλα ξεχώρισε στο περσινό Φεστιβάλ Off-Off του Επί Κολωνώ και ανεβαίνει στον χώρο Πλύφα για λίγες παραστάσεις.
→ Ζητήσαμε από τη σκηνοθέτρια να μας πει δυο λόγια για τον μύθο που την ενέπνευσε και τα έργα του Μπουκάλα που τη γοήτευσαν.
«Η κινητήριος δύναμη για να ξεδιπλωθεί η ιστορία της Μηλιάς, για να αποκτήσει ξανά φωνή η αμίλητη, δίνεται μέσα από τη μαγική εμφάνιση της La Loba, της μεγάλης Μητέρας, που, συλλέγοντας οστά, επαναφέρει στη ζωή ό,τι χάθηκε βίαια. Αναφέρεται στο βιβλίο της Clarissa Pinkola Estes «Γυναίκες που τρέχουν με τους λύκους». Η μυθική μορφή της είναι μία μόνο εκδοχή του μύθου της υπέρτατης γυναικείας παντοδύναμης Θεάς που γεννά και αναγεννά αιώνια τον κόσμο. Στον ελλαδικό χώρο, η θεότητα αυτή εμφανίζεται με διάφορα ονόματα μέσα στο βάθος του χρόνου. Άλλοι τη λένε Μαυρηγή, Βαυβώ, Μέλαινα (Δήμητρα), Γαία, Ιδαία, Μαύρη Παναγία, Αγιαλένη κ.ά. Με όποιο όνομα όμως και αν αναφέρονται σε αυτήν ανά τους αιώνες, πάντα καταλήγουν να περιγράφουν μία χθόνια, νεκρική, αποτρόπαια, μητρική, αναπαραγωγική θηλυκή οντότητα. Είναι η θεϊκή Μάνα Γη που πάνω της γεννιούνται, θρέφονται και ζουν τα παιδιά της και θα επιστρέψουν μέσα της πεθαίνοντας. Η θηλυκή αυτή οντότητα λατρεύεται μέσω του θρήνου των γυναικών.
Το στοίχημά μας, με τους συντελεστές της παράστασης ήταν να παρουσιάσουμε τον μαγευτικό ποιητικό λόγο του Παντελή Μπουκάλα με αμεσότητα. Σε μια εποχή που όλα έχουν γίνει εικόνα και ταχύτητα, έχουμε τεράστια ανάγκη για ποίηση. Πρώτα ξεχάσαμε πώς να περιγράφουμε τα συναισθήματά μας και μετά, αναπόφευκτα, ξεχάσαμε να τα βιώνουμε».
→ Πόσο κοινές είναι μερικές παραδόσεις;
«Πολύ. Όπως και ο μύθος της La Loba που υπάρχει από τη Λατινική Αμερική μέχρι την Ελλάδα με διαφορετικό όνομα. Οι παραδόσεις, ως κομμάτι του πολιτισμού της κάθε χώρας και του κάθε τόπου, έρχονται να φανερώσουν νοοτροπίες και συνήθειες λαών. Είναι αυτό που δίνει κάθε προηγηθείσα γενιά στην επόμενη.
Σίγουρα οφείλουμε να γνωρίζουμε τις παραδόσεις μας, αλλά και να στεκόμαστε κριτικά ως προς αυτές. Το «έτσι το έχουμε εμείς εδώ, πάππου προς πάππου» που ακούγεται στο έργο μας, μπορεί να οδηγήσει σε μια προσκόλληση στο τυπικό που, αντί να σε συνδέει με τις ρίζες, σε εγκλωβίζει και σε ακινητοποιεί. Μερικές φορές, οι παραδόσεις είναι καλό να αλλάζουν. Δεν αναφέρομαι σε αυτές που συγκροτούν τα στοιχεία της πολιτισμικής ταυτότητας της κάθε χώρας, αλλά σε αυτές που μας καθιστούν δέσμιους απαρχαιωμένων αντιλήψεων. Δυστυχώς, κάποιες «παραδόσεις»-βαρίδια διαμορφώνουν σε σημαντικό βαθμό σήμερα τη νοοτροπία μας».
→ Τι επιθυμείτε να αναδείξετε μέσα από την παράσταση;
«Έχω εστιάσει σε δύο θεματικούς πυρήνες: Την επιθανάτια τελετουργία και τη γυναικεία δύναμη. Το σημείο που συναντιούνται είναι ο θρήνος. Γιατί παραδοσιακά ο θρήνος και το μοιρολόι στις τελετές επιτελούνται από γυναίκες. Αυτές που έφεραν τη ζωή τώρα βρίσκονται εδώ για να τη θρηνήσουν και να την οδηγήσουν πίσω στη μεγάλη Μητέρα, εκπληρώνοντας έτσι το αιώνιο, αέναο συμβόλαιο γέννησης και προσφοράς προς τη Γη.
Οι πρακτικές θρήνου, στις οποίες επιδίδονται οι γυναίκες, πέρα από το γεγονός ότι τους δίνουν δημόσιο λόγο, φτάνουν σε τέτοια όρια σωματικής και ψυχικής έκφρασης και απελευθέρωσης που, πολλές φορές, παρομοιάζονται με τον παραληρηματικό εκστασιασμό των μαινάδων. Σε κλειστές κοινωνίες, όπως αυτή της Μάνης του 19ου αιώνα που τοποθετείται το έργο μας, κάτι τέτοιο μπορεί να καταστεί επικίνδυνο και να δημιουργήσει ρωγμές στο αυστηρό πατριαρχικό σύστημα, αφού φέρνει τις γυναίκες σε επαφή με μια πρωτόγονη δύναμη που όλες έχουμε».
→ Τι μας λένε τα πρόσωπα που εμπλέκονται στο έργο;
«Το κάθε πρόσωπο έρχεται να φωτίσει μια διαφορετική πτυχή και οπτική της ιστορίας. Αλλά στην βάση τους όλοι λένε το ίδιο πράγμα. Πως οι κοινωνικές επιταγές τους καθιστούν δέσμιους μιας προδιαγεγραμμένης πορείας ζωής σύμφωνα με το φύλο τους και τον ρόλο που καλούνται να έχουν στην κοινωνία.
Ο μικρός αδελφός μαθαίνει μέσα από την ατολμία του τον κόσμο και οδηγείται σε μια αναγκαστική ενηλικίωση. Η μάνα «πρώτα γυναίκα του πατέρα και ύστερα μάνα» γίνεται μια φιμωμένη μηχανή αναπαραγωγής. Το τετράδελφο, στην προσπάθειά του να φανεί αντάξιος συνεχιστής της γενιάς και της αντρικής κυριαρχίας, οδηγείται στον φόνο. Ο πατέρας αμφισβητεί όλη του την ύπαρξη και κοσμοθεωρία συνειδητοποιώντας πως «αυτά που έμαθε μικρός και δίδαξε μεγάλος» τον οδηγούν στην καταστροφή. Κανένας δεν μοιάζει να νιώθει ασφαλής και ευτυχισμένος με τον δρόμο που ακολουθεί. Εκτός, ίσως, από τη Μηλιά. Τη μόνη δυνατή μέσα στο έργο. Που αποφάσισε να ζήσει έξω από επιταγές και νόρμες. Και στήριξε την επιλογή της μέχρι το τέλος».
Πηγή: Ιωάννα Σωτήρχου, efsyn,